Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Τεύχος 83 - επιλεγμένο κείμενο

Δ. Ι. Καραμβάλης: Διαβάζοντας την ποίηση του Κύπρου Χρυσάνθη

Η ποίηση του Κύπρου Χρυσάνθη είναι πρωτίστως και κυρίως λόγος ευθύνης, μια χαμένη φωνή των παιδικών μας χρόνων που επιστρέφει μετά από πολλά χρόνια για να εκπληρώσει θαρρείς και να συμπληρώσει τις προσδοκίες και τον κατακερματισμένο χρόνο που κάπου στον καθένα μας ξεχωριστά έχει διακόψει τον ομφάλιο λώρο:
«Μες στο συρτάρι τα όνειρά μας
με τ’ άλλα μικροπράγματά μας τα ευπαθή…»

Έτσι λοιπόν, τα πρώτα μιλήματα του ανέμου, οι παλιοί πόθοι και τα οράματα ξαναβρίσκονται «σε κάποια μακρινά ευρετήρια φυλαγμένα» και καρτερούν υπομονετικά να ‘ρθει η κατάλληλη στιγμή της αποκάλυψης του ποιοι είμαστε και τι γυρεύουμε σ’ αυτήν την περιπέτεια της ύπαρξης που λέγεται «ζωή» και μια γυναίκα φτάνει («η μικρή Τριανταφυλλένη») να ξαναρχίσει πάλι ο Θεός «να μεταβάλει τη ροή του χρόνου».

Μικρά στιγμιότυπα-καταγραφές όπου επιστρέφει ο ποιητής στα γνώριμα λημέρια του, με φωτιά και μ’ ουρανό για να αποδώσει δικαιοσύνη, να κάνει το μυθικό πραγματικό να πετύχει κατά πως θα ‘λεγε ο Ελύτης την «προσθαλάσσωση του ονείρου» μέσα σε δρόμους παλιούς, που κάποτε περπάτησε μόνος του (πάντα οι ποιητές είναι μόνοι) και που τώρα σαν κάποια αστραπή φωτίζει το σκοτεινό τοπίο και οι μνήμες φέρνουν μηνύματα πάνω σε μνήματα, κι έναν καλπάζοντα Κάλβειο ρυθμό που θυμίζει «μια εξαίσια τρικυμία αρωμάτων» σ' ένα θολό κλίμα απουσίας και απώλειας γης, πατρώας γης όπου «εκεί στην παιδική μου Αμμόχωστο» θα συντελεστεί η λειτουργία των άστρων και «θα πάρουμε τα χρόνια ανάποδα»…

Ο ποιητής μιλά για τις τραγικές διαψεύσεις των ελπίδων και των οραμάτων στο δρόμο για την προσωπική μας ανάδειξη τη λήθη που επικρατεί και επομένως το ψέμα αφού Α-ΛΗΘΕΙΑ είναι η εξορία της λήθης κι επιστροφή στη μνήμη, μάθημα και τρόπος ζωής και στάση, συνείδηση ελληνικότητας:
«… Πώς τερματίσαμε με θέσεις υψηλές
και φεύγει πια της λευτεριάς το λεωφορείο
κι υψώνουμε αδιάφορα τους ώμους!»

Είναι φορές που έχουμε την αίσθηση ότι ο Κύπρος Χρυσάνθης ζει ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, συγχωνεύοντας μάλλον κι υιοθετώντας έναν άλλο χρόνο και μια διάρκεια που λειτουργεί και ως Ερινύα για τις πράξεις ή (αυτές πιότερο πονάνε) τις παραλείψεις μας.

Τούτη η υπέρβαση και το ξαναδιάβασμα της ιστορίας όπου κοντανασαίνουν το μυθικό στοιχείο με την πραγματικότητα, συλλειτουργώντας στο μακρινό δοξάρι της ζωής, εμπεριέχει και πολλούς μικρούς θανάτους και μια διαρκή ανίχνευση κι επικοινωνία του πάνω με τον κάτω κόσμο:
«Και να περνάς στα δίχτυα της ζωής ακάθεκτος
σώμα και πνεύμα να σε λογαριάζουν οι εκτιμήσεις
και να κρατάς στις ανοιχτές παλάμες άσπρα περιστέρια
το νόημα της ζωής και του θανάτου σε κοινή φωτογραφία».

Μια ποίηση λιτή κι απέριττη, δίχως τυμπανοκρουσίες και βερμπαλισμούς που μιλά κατ’ ευθείαν στην καρδιά του αναγνώστη-δέκτη και μεταλαμπαδεύει τις φλόγες από τις οποίες εμφορείται.

Η αναζήτηση του παλιού δεν γίνεται με γνώμονα μια νοσταλγία πεισιθάνατη και καταθλιπτική αλλ' αντίθετα λειτουργεί ως εφαλτήριο δράσης και αγώνα:
«Τραγούδησε μικρή αφροδίτη το χαμένο χρόνο[…]
μ΄ ένα καινούριο στήθος κι ένα αχείλι κερασένιο
ν' αναστηθούν οι τόποι κι οι παλιοί μας θρύλοι
να γίνουν άγγελοι τα χαλασμένα μάτια μας…»

Έχει μια ιδιαίτερη μαγεία η περιγραφή της νύχτας στην ποίηση του Κύπριου ποιητή, με τη λειτουργία της μνήμης να χτυπά την πόρτα μας, τα όνειρα να κοντανασαίνουν και τ’ αστέρια να φωτίζουν και να καταγράφουν την αγρύπνια και τη συνείδηση και το χρέος. Εκεί μέσα στην έρημο της φύσης και της ψυχής, μέσα στην πιο φλύαρη γλώσσα αυτή της σιωπής, ο άνθρωπος έρχεται ενώπιος ενωπίω και με τη θεία του διάσταση και την άνω-θρώσκουσα πορεία του. Εκεί αποκαλύπτεται και πλέον «τα μάτια μας κοιτάνε με τα μάτια των Θεών»!

Εδώ μετράς πλέον με άλλα μέτρα και σταθμά χώρο και χρόνο, διαγράφοντας ό,τι ανούσιο και περιττό και κρατώντας μέσα σου μόνο την ψίχα και το άρωμα των περιβολιών. Εδώ θαμπώνεσαι απ’ το φως («στην άσπρη εκκλησούλα είναι το φως μέσα της κι έξω»), εδώ πραγματοποιείς το δικό σου προσκλητήριο νεκρών και ζώντων, συλλαβίζεις τους πρώτους σου ήχους, αναδύεσαι αγνός και καθάριος, αναβαπτίζεσαι και παίρνεις κουράγιο να συνεχίσεις: «Τ' αχνάρι γράφει τη ζωή, η ροή τον χρόνο».

Η ποίηση του Κύπρου Χρυσάνθη καταγράφει προσεκτικά το μέτρημα και το ζύγισμα του ανθρώπου με γερά θεμέλια την πίστη και τη σημασία της ψυχής μ’ ένα «γαρύφαλλο ανοιχτό» στο αίμα της θυσίας και με κάλεσμα, είναι αγωνιστική και όχι απλώς διαπιστωτική. Έχει το θάρρος και τη δύναμη να σηκώσει τον άνθρωπο πάνω απ’ τα εφήμερα και τα χοϊκά, με τόνους εξομολογητικούς και παραπλέοντας την ιστορία να φωτίσει πτυχές και θέματα με μια ιδιαίτερη οπτική θέαση και βρίσκοντας και συγχωνεύοντας κόσμους που για τους άλλους θεωρούνται αδύνατο να συμβαδίσουν:
«Εδώ δεν έχει σύγκρουση η ψυχή με το μυαλό:
εδώ βλασταίνει η πέτρα και το φως»!

Έτσι απλά, μέσα σε δύο μόνο στίχους, ο ποιητής γράφει αυτά που θα ‘γραφαν άλλοι σε εκατοντάδες σελίδες. Ο Κύπρος Χρυσάνθης κρατά ζωντανή τη φλόγα και το πάθος δίνοντάς της «ένα φτερό ανέμου στο δειλινό μπαλκόνι».

Μια ποίηση παντός καιρού, μια κατάθεση ψυχής και κήρυκας και σηματωρός στους δύσκολους καιρούς μας, όπου το υλικό μέρος μονοπωλεί επικίνδυνα και ακραία τα βήματα της ιστορίας, μιας ιστορίας που λες και πλάθεται ερήμην μας, με την αποξένωση και την αδιαφορία να κυριαρχούν, με την περιφρόνηση κάθε αξίας και αρχής που σφυρηλάτησε ο άνθρωπος, με την απουσία του ανθρώπου και την υφαρπαγή της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας. Γι' αυτό η ποίηση του Κύπρου Χρυσάνθη λειτουργεί σαν κώδικας τιμής και φόρος στους δίσεκτους καιρούς μας και γι' αυτό θα επιζήσει και θα παραδειγματίζει όντας βιωματική:
«Μπορεί η ζωή να λησμονήσει το περπάτημά σου.
Όμως της έδωσες μια στάλα του αίματός σου
ν’ αναστηθεί το στάχυ.
Η αθανασία του ανθρώπου ζει μες την ψυχή του
και μες στις καθαρόαιμες πράξεις του".

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ι. ΚΑΡΑΜΒΑΛΗΣ
Δοκιμιογράφος-Βιβλιοκριτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια: